Από το ταξίδι και για το ταξίδι

  


                     "Από το ταξίδι και για το ταξίδι"

Κάθε άνθρωπος έχει διαφορετική ταξιδιωτική κουλτούρα. Υπάρχει η κουλτούρα τού φωνακλά  (και ώπα και γεια μας και πίσω του να αφήνει τα σκουπίδια του), υπάρχει η κουλτούρα τού προγραμματισμένου Γερμαναρα με το τροχόσπιτο, υπάρχει η κουλτούρα του Γιαπωνέζου που φωτογραφίζει ότι γίνεται να φωτογραφιθει, υπάρχει η κουλτούρα του καλοπερασακια (με τα πούρα, με τα φαγητά και με τα λουλουδατα τα πουκάμισα), υπάρχει η κουλτούρα τού ταξιδιώτη ασκητή που περιφέρεται μέσα στον κόσμο, υπάρχει και η κουλτούρα του ταξιδιώτη καταγραφέα. Από τα πρώτα πράγματα που είχαν καρφωθεί στο μυαλό μου όταν άρχισα να καταλαβαίνω τον εαυτό μου και να μετακινούμαι πότε εδώ και πότε εκεί ήταν το τι είδους ταξιδιώτης θα ήθελα να είμαι. Για να καταλήξω χρειάστηκε να κάνω αρκετές διαδρομές μετά τής οικογένειας μου, πότε στην περιοχή τού Πηλίου και πότε σε διάφορες λουτροπόλεις ανά την Ελλάδα. Και με βοήθησαν δυο πράγματα: Το ότι ο πατέρας μου, μου γνώρισε το σύμπαν τού κόσμου τής φωτογραφίας και τα άρθρα των ταξιδιωτικών εντυπώσεων που κατά καιρούς διάφορα διάβαζα στο περιοδικό "4Τροχοι" τού οποίου ήμουν και είμαι φανατικός αναγνώστης από τις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού Σχολείου και μετά. Διάβαζα ανάμεσα στα τέστ των αυτοκινήτων που παρουσίαζε το περιοδικό για το ένα ή το άλλο μέρος, έβλεπα και τις φωτογραφίες που συνόδευαν τα κείμενα και ζήλευα, και το βράδυ ονειρευόμουν πως ταξίδευα κι εγώ σ'αυτά τα μέρη. Μια τότε καθηγήτρια μου φιλόλογος (καλή της ώρα) πήρε είδηση το πώς λειτουργούσα, καθώς διάβαζε μέσα στις εκθέσεις μου περιγραφές ασύμβατες με τούς τρόπους που διδασκόταν τότε στα σχολεία. 

   Και, αυτό ήταν... Απέκτησα την κουλτούρα τού ταξιδιώτη καταγραφέα και αποτυπωτη των τόπων, των ανθρώπων, των συνηθειών και φυσικά κομματιών αυτού τού πράγματος που το ονομάζουμε ιστορία. Και ταξίδεψα κατά περιόδους αρκετά - κυρίως  μέσα στην Ελλάδα την οποία την αγάπησα πιο πολύ από πριν, παρατηρώντας την στο πέρασμα του χρόνου να αλλάζει. Να αλλάζει και να μην αλλάζει, με την προσβασιμότητα πια να έχει βελτιωθεί πάρα πολύ αλλά και με έναν χαρακτήρα ο οποίος εντέλει να παραμένει άστατος, απρόβλεπτος, αναρχικός.

   Η Ελλάδα, οι πολλές Ελλάδες: Η ελυτικη Ελλάδα τού ήλιου και της θάλασσας. Η πέτρινη γκρίζα Ελλάδα τού Θεοδώρου Αγγελόπουλου. Η μπιτ Ελλάδα κι εσχάτως η ηλεκτρονική Ελλάδα. Και όλες να ενώνονται φτιάχνοντας ένα μωσαϊκό που και να προκαλεί και να μην σέβεται την απλοϊκότητα της σύγχρονης εποχής.

    Ανέκαθεν πίστευα ότι τα γεφύρια είναι από τα βασικά συστατικά της δόμησης του Ελληνικού πολιτισμού όπως αυτός ξεκίνησε από την αρχαιότητα, τρύπησε το Βυζάντιο και την Τουρκοκρατία για να φτάσει στο σήμερα. Τα γεφύρια, από τα πέτρινα, τα τοξωτά, τα Ηπειρώτικα μέχρι τα σύγχρονα, τα τσιμεντένια, τα κρεμαστά. Αυτά τα γεφύρια μείωσαν τις αποστάσεις και μας δίδαξαν ότι οι πιο όμορφοι παράδεισοι προκύπτουν ύστερα από δύσκολα περάσματα μέσα από σκληρές κολάσεις (ο Νίκος Καζαντζάκης στην Ασκητική του δείχνει το δρόμο).  Έτσι, από τον παράδεισο του γαλανού Αιγαίου πελάγους,  για να περάσει κανείς στις ομορφιές τού Ιονίου πρέπει να αναρριχηθεί, να σκαρφαλώσει στα βουνά τής Πίνδου - κι ύστερα να κατέβει τρέχοντας για να ανακαλύψει τη μαγεία της Δύσης, όχι τής Άγριας Δύσης των καουμπόηδων αλλά της πολύχρωμης ελληνικής Δύσης όπου κυριαρχούν ακόμα κυρίως βυζαντινά και μεταβυζαντινά μοτίβα - να μην ξεχνάμε ότι για πάρα πολλά χρόνια το Δεσποτάτο της Ηπείρου υπήρξε αυτόνομο αρκετά ισχυρό κράτος, με όλα όσα μπορεί να σημαίνει αυτό το πράγμα.

  Αυτές τις αραδες τις γράφω έχοντας απέναντι μου το κάστρο της Πάργας, ένα κάστρο χτισμένο πάνω στης "Πάργας τον ανήφορο" τού ξακουστού τραγουδιού, χτισμένο από τους ντόπιους με την βοήθεια  Νορμανδών περαστικών κι αυτών από την ελλαδικό χώρο, με σκοπό την προστασία της περιοχής από την πειρατεία, χτισμένο στην ύστερη βυζαντινή εποχή, όταν οι τοπαρχες κάθε τόσο άλλαζαν σαν τα πουκάμισα για να καταλήξει η Δυτική Ελλάδα μέρος της  Οθωμανικής αυτοκρατορίας (η ίδια η Πάργα έδωσε στους Οθωμανούς έναν από τους σημαντικότερους Μεγάλους Βεζύριδες της αυτοκρατορίας τους, τον Παργαλη), για να καταλήξει φέουδο του ιδιαίτερου και πολυπρόσωπου Αλί Πασά. 

   Ναι, κι εγώ σκαρφάλωσα πάνω στις Πίνδου τα βουνά και ύστερα ροβολησα προς τα κάτω και είπα ένα από τα δικά μου "θαλαττα, θαλαττα" βλέποντας τα πράσινα νερά των Ηπειρώτικων ακτών. Κι όλα αυτά στην αρχή άλλης μιας προεκλογικής περιόδου - σε δουλειά να βρισκόμαστε..., τη στιγμή που είναι ανεκτίμητη η αύρα που φυσάει ανακατεύοντας τις λέξεις και τα λόγια. Τριγύρω μου και αρκετές βραχονησίδες, άλλες μικρές κι άλλες μεγάλες, πάνω σε κάποιες από αυτές είναι χτισμένα κλασσικά ελληνικά ξωκλήσια, προϊόντα μιας μίξης τής μεσαιωνικής χριστιανικής ευσέβειας και της ανατολίτικης διασποράς των ψυχικών αναγκών των ανθρώπων που είναι: η επαφή με τη φύση και  η ανάγκη καθαρού ουρανού κι ελεύθερου ορίζοντα συνάμα με την προαιώνια ηρακλειτεια ατομικότητα τού λαού μας ο οποίος γέννησε την τραγωδία (στην συστηματική της μορφή), ο οποίος γέννησε και την κωμωδία πρώτα από όλα ως αυτοσαρκασμο γιατί, παραφράζοντας τον κ. Κουτσουμπα: Αυτοί είμαστε - και τιμή μας και καμάρι μας, οι πιο ωραίοι τρελοί της οικουμένης.

   Αλλά ας επιστρέψω στο ταξίδι μου - άλλωστε εκείνος που δίδαξε την αξία του ταξιδιού βασίλευε περίπου απέναντι από εδώ που κάθομαι και γράφω, στην Ιθάκη. Κι όλα από το ταξίδι και για το ταξίδι.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΒΕΡΓΗΣ 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις